Αρχαία Φιγαλεία
Η Αρχαία Φιγάλεια (ή Φιγαλεία) υπήρξε μια ακμαία και
σημαντική πόλη της αρχαίας Αρκαδίας πολιτική χώρα της οποίας ανήκε ο
ναός του Επικούριου Απόλλωνος. Βρίσκεται κοντά στα
σημερινά χωριά της Ηλείας Φιγαλεία και Περιβόλια, στην όμορφη κοιλάδα του
ποταμού Νέδα.
Η Νέδα (ο μοναδικός θηλυκός ποταμός) πήρε το όνομά της από την νύμφη Νέδα,
θεότητα των νερών. Η πόλη ήταν κτισμένη σε ύψωμα και την περιέβαλε
ισχυρό τείχος μήκους περίπου 4 χλμ., με πύργους ορθογώνιους και κυκλικούς, το
οποίο σώζεται ακόμη και σήμερα σε πολύ καλή κατάσταση και σε αρκετό ύψος. Ο
Παυσανίας (VIII 39-41) αναφέρει στη Φιγάλεια την ύπαρξη ιερών της Αρτέμιδος
Σωτήρος, του Διονύσου Ακρατοφόρου και της Ευρυνόμης, καθώς και Γυμνασίου και
Αγοράς με τα αγάλματα του Ερμή και του Ολυμπιονίκη του παγκρατίου
Αρραχίωνα, που είναι εκτεθειμένο στο Μουσείο Ολυμπίας θεωρείται ότι τον
απεικονίζει. Οι Φιγαλείς είχαν δύο ιερά βουνά. Το Κωτύλιον
όρος, όπου έκτισαν τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα
και το Ελαίον όρος (νότια από το χωριό Στόμιο της Ηλείας), στη νότια πλευρά του
οποίου υπήρχε μια σπηλιά, πάνω από το βαθύ φαράγγι, όπου λατρευόταν η Μέλαινα Δήμητρα.
Ο αθλητής Αρραχίων νίκησε τρείς φορές σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Στην τρίτη Ολυμπιάδα όπου μετείχε ο Έλληνας παλαιστής, αν και βρισκόταν σε μειονεκτική θέση κατά τη διάρκεια του αγώνα (ο αντίπαλός του, του είχε εφαρμόσει μία πολύ επικίνδυνη λαβή γύρω από το λαιμό), κατάφερε να νικήσει σφίγγοντάς τον με όση δύναμη του είχε απομείνει και αναγκάζοντάς τον να παραδοθεί. Ταυτόχρονα όμως έπεσε νεκρός από την προαναφερθείσα λαβή του αντιπάλου του. Οι κριτές του αγώνα ανακήρυξαν τον νεκρό αθλητή Ολυμπιονίκη και το όνομά του γράφτηκε με χρυσά γράμματα στην ιστορία των Ολυμπιακών Αγώνων.
Η πόλη ιδρύθηκε τους προϊστορικούς χρόνους από τον Φίγαλο, γιό του Λυκάωνα, ιδρυτή της Λυκόσουρας.
Το 659
π.Χ. η πόλη κυριεύτηκε από τους Σπαρτιάτες, με τους οποίους είχε μακροχόνια
διαμάχη. Ο λόγος ήταν ότι οι Φιγαλείς βοήθησαν τον Αριστομένη, ο οποίος ήταν
αρχηγός των Μεσσηνίων, να αποκρούσει τους Σπαρτιάτες στο οχυρό της Εϊρας επί
του Ελαίου όρους και να μείνουν ελεύθεροι. Άλλος ένας λόγος ήταν και ο γάμος
του Θάρυκος, από την Φιγαλεία με την Αναγόρα, χήρα του Ευεργετίδα και αδελφή
του Αριστομένη. Oι Φιγαλείς χάνοντας την ελευθερία τους εγκατέλειψαν την
πατρίδα τους. Μετά από λίγα χρόνια ζήτησαν χρησμό από την Πυθία για το αν θα
ανακτήσουν την πατρίδα και την ελευθερία τους πολεμώντας τους Σπαρτιάτες.
Εκείνη τους απάντησε ότι δεν βλέπει κάτι τέτοιο, εκτός εάν προσφερθούν εκατό
Ορεσθάσιοι εθελοντές να πολεμήσουν, οι οποίοι όμως θα πεθάνουν όλοι. Οι
Ορεσθάσιοι, το θεώρησαν αυτονόητο να προσφερθούν και να πεθάνουν όλοι, όπως
προέβλεπε ο χρησμός, για να δώσουν την ελευθερία στους Φιγαλείς. Και έτσι έγινε
και αργότερα οι Φιγαλείς ανακατέλαβαν την πόλη τους. (Παυσ. Αρκαδικά 39, 2-4).
Οι Φιγαλείς για να θυμούνται την υπέρτατη προσφορά των εκατό Ορεσθασίων
ανήγειραν στήλη που έγραφε:
«Πολυάνδριον Ορεσθασίων μη θαύμαζε, ξείνε. Αρκάδες εσμέν. Αυτόκλητοι γαρ θάνατον ελόντες, Φιγαλεύσιν ελευθερίην έδομεν»,
δηλαδή:
«Το πολυάνδριο των Ορεσθασίων μη θαυμάζεις ξένε. Αρκάδες είμαστε. Αφού μόνοι μας το θάνατο διαλέξαμε, στους Φιγαλείς δωρίσαμε τη λευτεριά»
Το έτος 430 π.Χ. και ενώ συνεχιζόταν ο Πελοποννησιακός πόλεμος, οι Φιγαλείς προσβλήθηκαν από κάποια άγνωστη μεταδοτική ασθένεια η οποία έκανε θραύση στους κατοίκους και επειδή ο πληθυσμός της είχε ελαττωθεί αναγκάστηκαν να αφήσουν την πόλη και εγκαταστάθηκαν στο Κοτύλιο όρος, όπου ήταν ο μικρός ναός του Βασσίτη Απόλλωνα, με το θαυματουργό ξόανο. Ο ήλιος και ο ζωογόνος αέρας τους έσωσαν τελικά από την ασθένεια και επειδή θεώρησαν τον Απόλλωνα ως επικουρήσαντα να απαλλαγούν από αυτή, αποφάσισαν να κτίσουν ένα μεγαλοπρεπέστατο ναό σε ένδειξη ευγνωμοσύνης. Προσκάλεσαν από την Αθήνα τον Ικτίνο και του ανέθεσαν την κατασκευή του ναού τους.
Το έτος 421 π.Χ. η Φιγαλεία κατελήφθη από τους
Αιτωλούς συμμάχους των Ηλείων και με την πάροδο του χρόνου έγινε ληστρικό κέντρο
αυτών και του στρατηγού τους Δορύμαχου. Το έτος 219 π.Χ. παραδόθηκε στο Φίλιππο
τον Ε’ της Μακεδονίας ο οποίος εξεδίωξε τους Αιτωλούς.
Για την Φιγαλεία ομιλεί ο Όμηρος στην Ιλιάδα και στην Οδύσσεια. Ο Σοφοκλής στον Οιδίποδα επί Κολωνώ. Ο Κούρτιος. Οι Γάλλοι αρχαιολόγοι (1828 μ.Χ.) του στρατηγού Μαιζώνος. Στη Φιγαλεία, κατά τον αρχαιολόγο Αλέξανδρο Ραγκαβή, υπήρξε νεκρομαντείο όπου οι ψυχές των νεκρών κατέβαιναν στον Άδη από το στόμιο της Νέδας και από την σπηλιά της Θεάς Δήμητρας ανέβαιναν στο φως και έρχονταν σε επαφή με τους δικούς τους, μετά από προσευχές και Ιλασμούς των νεκρομαντών, σύμφωνα με τις δοξασίες των ανθρώπων της εποχής εκείνης.
Το 1927 ανασκάφηκε από τον καθηγητή Α. Ορλάνδο η αρχαία κρήνη, που χρονολογείται στο τέλος του 4ου με αρχές του 3ου αιώνα π.Χ., από την οποία υδρεύεται ακόμη το σημερινό χωριό.
Το 1996 ανασκάφηκε από την αρχαιολόγο
Ξένη Αραπογιάννη το ιερό της Αθηνάς και του Διός Σωτήρος στο ύψωμα
"Κουρδουμπούλι", που υψώνεται στο ΝΔ άκρο της πόλης. Ο ναός
αποτελείται από πρόναο και σηκό και έχει διαστάσεις 15,70 x 7,70μ. με είσοδο
προς Α. Στο σηκό βρίσκεται το βάθρο του λατρευτικού αγάλματος. Από το εσωτερικό
του ναού προήλθε μεγάλος αριθμός τμημάτων επιγραφών, που μαρτυρούν ότι το ιερό
είχε και σημαντική πολιτική σημασία για την πόλη των Φιγαλειέων. Βόρεια του
ναού αποκαλύφθηκαν τα λείψανα μεσοελλαδικού και υστεροελλαδικού οικισμού.
Οι Φιγαλείς, που έρεπαν στο γλέντι και στην καλοζωία και
ήταν λάτρεις του κρασιού και των ταξιδιών. Είχαν μάλιστα φτιάξει ναό αφιερωμένο στο Διόνυσο τον ακρατοφόρο, το άγαλμα του
οποίου έλαμπε κόκκινο μέσα στα αμπέλια, βαμμένο με κιννάβαρι (θειούχο
υδράργυρο). Στα ρωμαϊκά χρόνια οι Φιγαλείς έκοψαν νομίσματα που εμφάνιζαν τη
Νέδα με τη μορφή θεού που κρατάει στα χέρια του υδρία απ' όπου χύνεται νερό.
Σήμερα στο χώρο της αρχαίας
Φιγαλείας σώζονται ερείπια του αρχαίου ναού της Αρτέμιδος με έναν εντυπωσιακό
βωμό. Στη γύρω περιοχή διακρίνονται εύκολα τα τείχη του οχυρωματικού περιβόλου
πάνω από τις απότομες πλαγιές και τους λόφους που κάποτε ήταν γεμάτα με τα
αμπέλια των Φιγαλειέων. Σώζονται επίσης κατάλοιπα της αρχαίας σύνθετης κρήνης, όπως φαίνεται στη φωτογραφία. Σύνθετη γιατί ήταν ροοκρήνη (με ρέον ύδωρ) και αρυκρήνη (με λεκάνη). Προοπτική αναπαράσταση του Α.Κ.Ορλάντο το 1927 φαίνεται στη μικρή φωτογραφία επάνω.