Επικούριος ή Επικούρειος;
Φιγαλία ή Φιγαλεία;
Πολλούς ίσως απασχολεί το ερώτημα ποια είναι τελικά η ορθή γραφή των δύο ως άνω λέξεων, που είναι τόσο δικές μας και εντούτοις μας μπερδεύουν, αφού τις συναντάμε πότε με τη μια και πότε με την άλλη μορφή, ακόμα και σε επίσημα κείμενα. Ποια είναι η σωστή κατάληξη των λέξεων; Είναι με -ι- ή με -ει- ; Ο Απόλλων είναι Επικούριος ή Επικούρειος; Το χωριό μας είναι Νέα Φιγαλία ή Νέα Φιγαλεία;
Ας το ξεκαθαρίσουμε στο παρόν σημείωμα, για το οποίο αφορμή και πολύτιμη βοήθεια, με έτοιμο πλούσιο υλικό, μας έδωσε μια εμπεριστατωμένη σχετική εργασία του συνδημότη μας (από τα γειτονικά Πετράλωνα) αγαπητού συναδέλφου και εξαίρετου Φιλολόγου κ. Δημητρίου Κ. Βηλαρά, που είναι γνωστός στους περισσότερους από τότε που υπηρετούσε – μαζί με τον γράφοντα για ένα διάστημα – στο Λύκειο του χωριού μας, κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Η εργασία του αυτή δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα του Συλλόγου Πετραλωνιτών «Τα Πετράλωνα» (Φύλλο 13, Απρίλιος-Μάιος-Ιούνιος 2010), όπου οι αναγνώστες μπορούν να βρουν πλούσιες, λεπτομερείς και τεκμηριωμένες απαντήσεις στα ως άνω ερωτήματα, που εδώ θα επιχειρήσουμε να παρουσιάσουμε πιο συνοπτικά (αν τα καταφέρουμε), με ελάχιστες και δευτερεύουσες δικές μας προσθήκες.
Α) Ο Απόλλωνας πρέπει να γράφεται Επικούριος, δηλαδή η κατάληξη -ιος να είναι με γιώτα, για τον εξής λόγο:
Σύμφωνα με τη Γραμματική, η λέξη «Επικούριος», που χαρακτηρίζει τον Απόλλωνα, είναι επίθετο που παράγεται (βγαίνει, προέρχεται) από άλλο επίθετο και συγκεκριμένα από το επίθετο «Επίκουρος» που σημαίνει βοηθός (λέμε, π.χ. επίκουρος καθηγητής πανεπιστημίου). Και όταν ένα επίθετο παράγεται από άλλο επίθετο και τελειώνει σε -ιος, τότε αυτή η κατάληξη -ιος γράφεται με -ι- . Για παράδειγμα, από το επίθετο «φίλος» προέρχεται το επίθετο «φίλιος», που σημαίνει φιλικός (λέμε, π.χ., φίλιες δυνάμεις, φίλια στρατεύματα). Επίσης από το επίθετο «καθαρός» προέρχεται το επίθετο «καθάριος». Με τον ίδιο τρόπο από το επίθετο «επίκουρος» παράγεται το επίθετο «επικούριος» (κατάληξη -ιος, με -ι-), που δόθηκε ως προσωνυμία στον Απόλλωνα, επειδή οι κάτοικοι της περιοχής θεώρησαν ότι τους είχε σταθεί βοηθός (επίκουρος) σε ένα μεγάλο λοιμό (αρρώστια, επιδημία) γύρω στο 430 π.X. μετά τον οποίο άρχισε να κατασκευάζεται και ο ναός και αφιερώθηκε στο βοηθό και σωτήρα τους «Επικούριο Απόλλωνα». Επομένως: το επίθετο του Απόλλωνα «Επικούριος» γράφεται στην κατάληξη με -ι- , ως προερχόμενο από άλλο επίθετο (από το «επίκουρος»).
Με την ευκαιρία, να προσθέσουμε εδώ – για όσους αναγνώστες τα χρειάζονται – και τα εξής:
α) ότι η λέξη «επίθετο (που την ξέρουμε και με την έννοια του οικογενειακού ονόματος, του επώνυμου) σημαίνει κάτι το επιπρόσθετο και στη γραμματική είναι μια λέξη που συνοδεύει άλλη λέξη (όνομα προσώπου, πράγματος κλπ) και της δίνει μια ιδιότητα, ένα χαρακτηριστικό γνώρισμα: καλός άνθρωπος, κόκκινο φόρεμα, επίκουρος καθηγητής, επικούριος Απόλλων κ.ά.
β) ότι της ίδιας ρίζας και οικογένειας με τις λέξεις «επίκουρος» και «επικούριος» είναι και οι γνωστές μας λέξεις επικουρώ (=βοηθώ), επικουρία (=βοήθεια) και επικουρικός (=βοηθητικός. Λέμε, π.χ. επικουρικές δυνάμεις, επικουρικά στρατεύμετα, επικουρική σύνταξη κ.ά.)
Β) Υπάρχει, βεβαίως, και το επίθετο «επικούρειος», με -ει- στην κατάληξη. Αυτό όμως είναι κάτι άλλο: δεν προέρχεται από επίθετο, αλλά από το κύριο όνομα «Επίκουρος», που ήταν σημαντικός αρχαίος φιλόσοφος. ΄Ετσι, η λέξη «επικούρειος», με κατάληξη -ει-, σημαίνει τον οπαδό της φιλοσοφίας του Επίκουρου. Τα επίθετα, λοιπόν, που παράγονται από κύρια ονόματα προσώπων και λήγουν σε –ειος, γράφονται στην κατάληξη -ει-. Και όπως από το κύριο όνομα Επίκουρος (ο αρχαίος φιλόσοφος) έχουμε (με -ει- στην κατάληξη) το επίθετο «επικούρειος» (οπαδός της φιλοσοφίας του Επίκουρου), έτσι και από τα κύρια ονόματα Ζάππας, Βαρβάκης, Κύκλωψ (κύκλωπας) κ.ά. έχουμε, αντίστοιχα, τα επίθετα Ζάππειο (Μέγαρο), Βαρβάκειος (αγορά), Κυκλώπεια (τείχη) κ.ά. Επομένως: Επικούρειος (με -ει- ) είναι ο οπαδός της φιλοσοφίας του αρχαίου φιλοσόφου Επίκουρου και δεν έχει σχέση με τον Επικούριο (Απόλλωνα), που γράφεται στην κατάληξη με -ι- .
Με την ευκαιρία, ας προσθέσουμε δύο ακόμα αρχαία ονόματα (γνωστά από τα μαθητικά μας, τουλάχιστον, χρόνια), των σπουδαίων μαθηματικών Ευκλείδη και Πυθαγόρα, από τα οποία παράγονται τα επίθετα: ευκλείδειος και πυθαγόρειος (με κατάληξη –ειος). Οι περισσότεροι θυμόμαστε – άλλοι ευχάριστα, άλλοι όχι! – τους όρους «Ευκλείδεια Γεωμετρία» και «Πυθαγόρειο Θεώρημα». Επίσης, ας προσθέσουμε ότι με -ει- στην κατάληξη γράφονται και τα επίθετα που παράγονται από ονόματα ζώων. π.χ., από τα βους (βόδι), κύκνος, λέων κλπ., έχουμε τα επίθετα βόειος (βόειο κρέας), κύκνειος (κύκνειο άσμα), λεόντειος (λεόντειο θάρρος) κλπ.
Γ) Για την περιοχή μας και για τα δύο χωριά Παύλιτσα και Ζούρτσα, η ορθή γραφή είναι Φιγαλία και Νέα Φιγαλία, με -ι-, τόσο στην κατάληξη όσο και στην πρώτη συλλαβή. Και τούτο, διότι η λέξη «Φιγαλία» προέρχεται από το όνομα «Φίγαλος» (που ήταν αρχαίος βασιλιάς στην περιοχή) και σχηματίστηκε όπως και τα ονόματα άλλων περιοχών που γράφονται στην κατάληξη με -ι-. Π.χ. από το Στύμφαλο η Στυμφαλία, από τον Τρίφυλο η Τριφυλία (ένωση τριών φυλών), από τον Όλυμπο η Ολυμπία (Όλυμπος λεγόταν και το όρος Λύκαιο της Αρκαδίας, πλήν του γνωστού μας Ολύμπου της Θεσσαλίας).
Αν αντί του -ι- γράψουμε την κατάληξη της λέξης με -ει, τότε, σύμφωνα με τους γραμματικούς κανόνες, πρέπει ο τόνος να πάει στο -γά-, δηλαδή να πούμε η «Φιγάλεια». Αυτό μπορεί να γίνει, όταν αναφερόμαστε στην Αρχαία Φιγάλεια, θεωρώντας ότι η λέξη, με τη μορφή αυτή, προέρχεται από τη λέξη «Φιγαλεύς», όπως από το Μαντινεύς έχουμε Μαντίνεια, από το Αιγιαλεύς Αιγιάλεια, από το Αμφικλής Αμφίκλεια, από το Δέκελος Δεκέλεια, από το Άτταλος Αττάλεια κλπ. Επομένως, μπορούμε να λέμε και να γράφουμε «Φιγάλεια» όχι όμως «Φιγαλεία», όπως δεν μπορούμε να λέμε Ατταλεία, Δεκελεία, Αμφικλεία κλπ.
Τελικό συμπέρασμα: (Νέα) Φιγαλία και (αρχαία) Φιγάλεια.
Ας προσθέσουμε, όμως, εδώ και την επισήμανση ότι στην πράξη σήμερα δεν αποκλείεται να πούμε και «αρχαία Φιγαλία» (με -ι- στην κατάληξη).
Μπορούμε επίσης να πούμε «της (αρχαίας) Φιγαλείας» ή «Φιγάλειας», όπως λέμε της διαρκείας ή διάρκειας, της επιφανείας ή επιφάνειας, της ευγενείας ή ευγένειας κλπ.
Δ) Επί πλέον, ο κ. Βηλαράς, στην προαναφερθεία δημοσίευσή του, διευκρινίζει και τα εξής πολύ ενδιαφέροντα:
α) Υπάρχει θεωρητικά η πιθανότητα, η γραφή «Φιγαλία» να προέκυψε από παλαιότερη γραφή «Φυγαλία», κατόπιν μετατροπής του -υ- σε -ι-. (Τέτοια φαινόμενα στη μακροχρόνια εξέλιξη της γλώσσας είναι συχνά). Η (υποτιθέμενη) λέξη «Φυγαλία» (με -υ-) είναι σύνθετη από το θέμα φυγ- του ρήματος φεύγω (αόριστος έφυγον, έφυγα, φυγή κλπ.) και από τη λέξη η «αλς» (γενική αλός) που σημαίνει θάλασσα και που την ανιχνεύουμε και σε σημερινές λέξεις, όπως παράλιος-παραλία κ.ά.
Έτσι, λοιπόν, «Φυγαλία» (με -υ-) σημαίνει «τόπος φυγής (διεξόδου) προς τη θάλασσα». Και πράγματι, από τη γεωγραφική θέση και τη μορφολογία του εδάφους δικαιολoγείται μια τέτοια ονομασία για την περιοχή, γιατί μέσω αυτής εύρισκε διέξοδο προς τη θάλασσα η αρκαδική ενδοχώρα. Εξάλλου υπάρχουν τεκμήρια ότι η Νέδα ήταν πλωτός ποταμός για μικρά σκάφη κοντά στις εκβολές της. Η πιθανότητα, όμως, αυτή, δηλαδή η «Φιγαλία» να προέρχεται από το «Φυγαλία» (=έξοδος προς τη θάλασσα), είναι μάλλον μικρή και μια τέτοια ετυμολογία θα πρέπει να θεωρηθεί αβέβαιη, διότι δεν επιβεβαιώνεται από γραπτές πηγές: δεν τη συναντάμε ούτε σε κείμενα, ούτε σε λεξικά, ούτε σε άλλες πηγές πληροφόρησης. Τέλος, αναφέρεται και η άποψη ότι η ονομασία «Φιγαλία» μπορεί να προήλθε από το όνομα μιας νύμφης της μυθολογίας, της νύμφης Φιγαλίας.
Με την ευκαιρία, ας προσθέσουμε για τους αναγνώστες μας, ότι την αρχαία λέξη «αλς» (θάλασσα), εκτός του ότι την ανιχνεύουμε και σε άλλες σημερινές λέξεις (όπως αλιεία, αιγιαλός-γιαλός κλπ.), τη γνωρίζουμε και από την αρχαία φράση του Ομήρου «παρά θιν’ αλός» (= στην παραλία, στην ακρογιαλιά), που την ακούμε και σήμερα. Επίσης ας διευκρινίσουμε ότι οι νύμφες ήταν γυναικείες θεότητες της μυθολογίας, που ζούσαν σε ποτάμια, δάση κλπ.
β) Οι κάτοικοι της Φιγαλίας κανονικά θα έπρεπε να λέγονται Φιγάλιοι, όπως της Τριφυλίας λέγονται Τριφύλιοι και της Ολυμπίας Ολύμπιοι. ΄Ομως, η ονομασία «Φιγάλιοι» δεν επιβεβαιώνεται από τις γραπτές πηγές και δεν αναφέρεται από τους συγγραφείς που έχουν ασχοληθεί με τη Φιγαλία. Και από τους νεότερους μόνον ο Καζαντζάκης χρησιμοποιεί, σε μια ταξιδιωτική περιγραφή του, τον όρο «Φιγάλιοι», επηρεασμένος μάλλον από τις προαναφερθείσες γειτονικές ονομασίες «Τριφύλιοι» και «Ολύμπιοι». Αντιθέτως, και στα κείμενα των αρχαίων συγγραφέων και στις αρχαίες επιγραφές, οι κάτοικοι της Φιγαλίας αναφέρονται ως Φιγαλείς, κατ’ αναλογία προς τις ονομασίες άλλων ελληνικών φύλων ή κατοίκων πόλεων, όπως Αιολείς, Δωριείς, Ερετριείς, Θεσπιείς κλπ.
Επομένως: για τους κατοίκους της Φιγαλίας κρατάμε την αρχαία ονομασία «Φιγαλείς» μαζί, βέβαια, με τη νεότερη και λαϊκότερη ονομασία «Φιγαλιώτες». Άλλωστε, δύο τύπους, ένα λόγιο και ένα λαϊκό, έχουμε και σε πολλές άλλες περιπτώσεις: Πύργιοι και Πυργιώτες, Χίοι και Χιώτες, Νάξιοι και Ναξιώτες κλπ. Και, βέβαια, περιττό να προσθέσουμε ότι για τους Ζουρτσάνους οι αντίστοιχες ονομασίες είναι «Νεοφιγαλείς» και Νεοφιγαλιώτες».
γ) Σχετικά με την ως άνω ονομασία επισημαίνεται επίσης η λεπτή διαφορά ανάμεσα στο σωστό «Φιγαλείς» και στο λανθασμένο «Φιγαλιείς», στο οποίο μπορεί να μας παρασύρει η ηχητική ομοιότητα με λέξεις, όπως αλιείς (ψαράδες), Ερετριείς (κάτοικοι της Ερέτριας) κ. ά. Η διαφορά είναι η εξής: η λέξη «αλιείς» γίνεται από το θέμα αλι- και την κατάληξη –εις. Η λέξη «Ερετριείς» σχηματίζεται από το θέμα Ερετρι- και την κατάληξη -εις. Και στις δύο αυτές περιπτώσεις υπάρχει το -ι- ως χαρακτήρας του θέματος, δηλαδή ως τελευταίο γράμμα του θέματος πριν από την κατάληξη –εις. ΄Ετσι, με την προσθήκη της κατάληξης -εις στα θέματα αλι- και Ερετρι- , έχουμε αντίστοιχα τους τύπους αλι-είς (αλιείς) και Ερετρι-είς (Ερετριείς).
΄Ομως, η λέξη «Φιγαλείς» σχηματίζεται από το θέμα Φιγαλ- (Φίγαλ-ος, Φιγαλ-ία, Φιγαλ-είς), στο οποίο ο χαρακτήρας (δηλ. το τελευταίο γράμμα) δεν είναι -ι- αλλά -λ- . Επομένως, στο θέμα Φιγαλ- προσθέτουμε την κατάληξη -εις και έχουμε το σωστό Φιγαλ-είς (Φιγαλείς).
Αν πούμε Φιγαλ-ι-είς (Φιγαλιείς), θα έχουμε κάνει το σφάλμα να προσθέσουμε αυθαίρετα ένα -ι- εκεί που δεν υπάρχει και δεν δικαιολογείται.
δ) Για τα πολιτιστικά, αθλητικά και άλλα δρώμενα, που περιλαμβάνουν οι πραγματοποιούμενες, τα καλοκαίρια κυρίως, εκδηλώσεις στην περιοχή μας, μπορούμε να χρησιμοποιούμε τις λέξεις «τα φιγάλια» (με κατάληξη -ια) ή «τα Φιγάλεια» (με κατάληξη -εια). Είναι και οι δύο σωστές στην ορθογραφία, η πρώτη ως προερχόμενη από το «Φίγαλος» και η δεύτερη από το «Φιγαλεύς».
Περιττό να προσθέσουμε και εδώ ότι οι αντίστοιχες λέξεις για τη Ζούρτσα θα είναι «Νεοφιγάλια» ή «Νεοφιγάλεια».
ε) Στη διάδοση της λανθασμένης γραφής «Επικούρειος» (με κατάληξη -ειος) είχε συντελέσει και η τοπική εφημερίδα του Πετραλωνίτη δημοσιογράφου Τ.Μ.Ξύδη, που εκδιδόταν επί πολλά χρόνια στην Ανδρίτσαινα με την ονομασία «Επικούρειος Απόλλων» αντί του ορθού «Επικούριος Απόλλων». ΄Ηρθε η ώρα, ένας νεότερος Πετραλωνίτης, να διορθώσει το σφάλμα του παλαιού. Επισημαίνεται, επίσης, η αυτονόητη υποχρέωση των επισήμων Αρχών και των Υπηρεσιών, να αποκαταστήσουν την ορθή γραφή των όρων «Επικούριος Απόλλων» και «Φιγαλία» στα επίσημα έγγραφα, στα έντυπα, στις πινακίδες κλπ. ώστε να μη διαιωνίζεται το σφάλμα.
Αυτονόητη – προσθέτουμε – είναι και η υποχρέωση των αναγνωστών, τόσο της εφημερίδας «Τα Πετράλωνα», όσο και της εφημερίδας «η Ζούρτσα», να υιοθετήσουν όλοι την ως άνω ορθογραφία, ως μυημένοι πλέον στα… μυστικά της, αλλά και να τη διαδώσουν, ώστε η χρήση της να γενικευθεί και να παγιωθεί.
Ε) Συνοψίζοντας όλα τα ανωτέρω, καταλήγουμε στα έξής βασικά συμπεράσματα, που πρέπει να κρατήσουμε και να θυμόμαστε:
– Ο Απόλλων γράφεται «Επικούριος» (-ιος, με -ι-)
– Για την περιοχή και τα χωριά (Ζούρτσα-Παύλιτσα) γράφουμε «Φιγαλία» (-ια, με -ι- )
– Ο τύπος «Φιγάλεια» (με τόνο στο -γά- και κατάληξη -εια) χρησιμοποιείται, όταν αναφερόμαστε στην αρχαία «Φιγάλεια»
– Οι κάτοικοι λέγονται «Φιγαλείς (γενική: των Φιγαλέων) ή και «Φιγαλιώτες»
– Οι πολιτιστικές εκδηλώσεις της περιοχής μπορούν να λέγονται και να γράφονται «τα Φιγάλια» (από το Φίγαλος) ή και « τα Φιγάλεια» (από το «Φιγαλεύς»)
Τελειώνοντας, ας μας επιτραπεί να ελπίζουμε ότι το δημοσίευμα αυτό ήταν ευχάριστο, ενδιαφέρον και πολλαπλώς χρήσιμο για όλους: Και για όσους πρακτικά θα αρκεστούν στα βασικά του συμπεράσματα, που συνοψίζονται στο τέλος, αλλά και για όσους – λιγότερο ή περισσότερο μυημένους – ενδιαφέρονται να μάθουν και το «γιατί» των πραγμάτων και γοητεύονται από την ωραία – αν και συχνά δύσκολη – περιδιάβαση στα μυστικά της γραμματικής, της γλώσσας και της ιστορίας.
ΙΩΑΝΝΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ